του Μελέτη Μελετόπουλου, Διδάκτορος Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης
Η ανακήρυξη της νόμιμης και προβλεπόμενης από τις διεθνείς συνθήκες ελληνικής ΑΟΖ είναι μονόδρομος, όχι μόνον διότι αποτελεί αυτονόητο δικαίωμα της χώρας και η μη ενεργοποίησή του συνιστά μείζονα εθνική ολιγωρία. Αλλά και διότι προς την ίδια κατεύθυνση πιέζει σήμερα η Δύση (ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ισραήλ και ισχυροί ενεργειακοί κολοσσοί).
Η έκρηξη της Φουκουσίμα κατέστησε αναπόφευκτη την επιστροφή στις παραδοσιακές μορφές ενέργειας. Ταυτόχρονα η ανάφλεξη στην Βόρεια Αφρική-Μέση Ανατολή προκάλεσε τεράστια προβλήματα στις παραδοσιακές ζώνες εξόρυξης πετρελαίου. Έτσι η ανακάλυψη των τεραστίων κοιτασμάτων φυσικού αερίου-πετρελαίου νοτίως των Ιονίων νήσων, της Κρήτης και της Κύπρου τα θέτει στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος. Ο έλεγχος των κοιτασμάτων που βρίσκονται στην ζώνη αυτή (Λεβιάθαν, Ηρόδοτος, Λεβαντίνη κλπ.) αποτελεί όπλο στον αγώνα γιά την παγκόσμια κυριαρχία. Η Δύση θέλει πάση θυσία να κατοχυρωθούν τα κοιτάσματα στην ελληνική κυριαρχία, και μέσω αυτής στον δυτικό έλεγχο, διότι θεωρεί ότι την Τουρκία επισφαλή και αβέβαιη σύμμαχο, ιδίως μετά την ρήξη της με το Ισραήλ.
Σύμφωνα με πληροφορίες της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, στην ελληνική κυβέρνηση έχει αρμοδίως επιδοθεί τουρκικό veto σε περίπτωση ανακήρυξης ΑΟΖ. Φυσικά η στάση της Τουρκίας δεν ερείδεται σε υπαρκτά και ισχύοντα δικαιώματά της, αλλά στην απειλή χρήσης βίας. Πίσω από αυτά κρύβεται βεβαίως η φιλοδοξία της Τουρκίας να αποκτήσει τον γεωστρατηγικό έλεγχο των ενεργειοφόρων κοιτασμάτων και η ηγεμονική της φαντασίωση, που κατά την γνώμη πολλών σοβαρών διεθνών αναλυτών την οδηγεί ήδη σε αυτοκαταστροφικές επιλογές.
Οπωσδήποτε, το τουρκικό veto σημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση που θα ανακηρύξει ΑΟΖ θα αντιμετωπίσει ένταση μεγάλης κλίμακας και πιθανώς θερμό επεισόδιο στις επίμαχες περιοχές. Στόχος της Τουρκίας θα είναι να θέσει σε καθεστώς αμφισβήτησης (γκριζοποίηση) τις ενεργειοφόρες ζώνες και μετά να προχωρήσει σε διαδικασία διαπραγμάτευσης ή επιδιαιτησίας, από την οποία μπορεί να αποκομίσει-όπως εκτιμά-οφέλη.
Μία κρίση αυτής της εκτάσεως δεν μπορεί να διαχειρισθεί το σημερινό πολιτικό σύστημα. Η δομή του, η φιλοσοφία του, η οντολογία του, τα αντανακλαστικά του αποκλείουν μία ψύχραιμη, σταθερή μέχρι τέλους, ευφυή και αποφασιστική διαχείριση παρόμοιας κρίσης. (Έχω εξηγήσει και αναλύσει τους βαθύτερους λόγους στο τελευταίο βιβλίο μου ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΥ, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010). Επομένως ως πρώτη προϋπόθεση ανακήρυξης ΑΟΖ τίθεται εκ των ών ουκ άνευ η ανάδειξη νέας ηγεσίας της χώρας, που να μην προκύπτει από τα κομματικά φυτώρια ,τα πελατειακά δίκτυα και τις πολιτικές δυναστείες. Κάτι που δεν αποκλείεται υπό τις παρούσες συνθήκες. Αλλά δεν επεκτείνομαι, διότι εκφεύγει των ορίων αυτού του άρθρου.
Δεύτερη προϋπόθεση: η συστηματική διπλωματική προετοιμασία. Προκειμένου να προχωρήσει σε ανακήρυξη της οικείας ΑΟΖ, το ελληνικό υπουργείο των Εξωτερικών πρέπει προηγουμένως να έχει μελετήσει εξονυχιστικά το πλαίσιο διεθνούς δικαίου και τις προβλεπόμενες διαδικασίες. Να έχει συγκροτήσει ομάδα με Έλληνες και διεθνείς εμπειρογνώμονες που θα συμβουλεύει σε κάθε βήμα την ελληνική κυβέρνηση. Να έχει συγκροτήσει εκ παραλλήλου ομάδα επικοινωνιακής διαχείρισης. Να έχει ενημερώσει, συννενοηθεί και συμφωνήσει για την ακολουθητέα διαδικασία με τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, τις ΗΠΑ και το Ισραήλ.
Το κυριώτερο: να έχει συνάψει και υπογράψει τις σχετικές συμβάσεις με τις ευρωπαϊκές, αμερικανικές και ισραηλινές εταιρείες που θα αναλάβουν την μελέτη εξόρυξη και εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Τέλος, να έχει έρθει σε κάποιου είδους συνεννόηση με την Ρωσσία, στην οποία θα μπορούσε επί παραδείγματι να αναθέσει ένα μέρος της διύλισης ή της μεταφοράς του αργού πετρελαίου ή του φυσικού αερίου, σε κοινοπραξία με δυτικές εταιρείες, ώστε να μην υπάρξει σοβαρή ρωσσική αντίπραξη.
Εδώ προσθέτω και το εξής: θα ήταν δυνατόν να επιχειρηθεί κάποια συμφωνία με την Τουρκία που δεν θα κατοχύρωνε μεν δικαιώματα κυριαρχίας ή χρήσης επί της ελληνικής ΑΟΖ ούτε θα νομιμοποιούσε οποιεσδήποτε τουρκικές απαιτήσεις συνιδιοκτησίας, αλλά θα προέβλεπε με προσεκτική διατύπωση κάποια συμμετοχή της Τουρκίας στα έσοδα έναντι εκχώρησης λιμενικών διευκολύνσεων από τουρκικής πλευράς στις εταιρείες εξόρυξης. Μία τέτοια πρόβλεψη θα δημιουργούσε κλίμα συνεργασίας και καταλλαγής στην περιοχή. Είναι βέβαια σοβαρά αμφίβολο εάν μία τέτοια συμφωνία θα γινόταν αποδεκτή από την αλαζονική, μαξιμαλιστική τουρκική πολιτική. Πάντως μία τέτοια πρόταση θα μετέθετε την ευθύνη της ασυνεννοησίας στην τουρκική πλευρά.
Τρίτη προϋπόθεση: η συστηματική στρατιωτική προετοιμασία. Οπωςδήποτε η διπλωματική προεργασία θα πρέπει να έχει επιτύχει κάποια συμφωνία με τις ενδιαφερόμενες συμμαχικές δυνάμεις γιά κοινή αντιμετώπιση ενδεχόμενης θερμής τουρκικής αντίδρασης. Η ξένη συνδρομή, όμως, όπως διδάσκει η ιστορία, είναι πάντοτε αμφίβολη, διότι εξαρτάται από την κοινή γνώμη της ξένης χώρας και από άλλους μη προβλέψιμους και αστάθμητους παράγοντες. Επομένως παραμένει σημαντική η κατά μόνας στρατιωτική προετοιμασία, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα όπως εκκαθάριση της εφεδρείας, επανεκπαίδευση των εφέδρων, άσκηση γενικής επιστράτευσης σε εθνική κλίμακα, άμεση αύξηση της θητείας και στους τρεις κλάδους των ενόπλων δυνάμεων, ώστε να αυξηθεί ο όγκος του στρατεύματος και να επανδρωθούν οι παραμεθόριες μονάδες, οργάνωση εξειδικευμένου σώματος εσωτερικής ασφάλειας με σκοπό να αντιμετωπίσει πιθανή αναταραχή προερχόμενη από αποσταθεροποιητικούς μηχανισμούς, που θα λειτουργήσουν ως μηχανισμός αντιπερισπασμού από το εξωτερικό πρόβλημα, συγκρότηση πολιτοφυλακών σε όλους τους μεθοριακούς νομούς και στα νησιά, κατάρτιση σοβαρού σχεδίου διαχείρισης κρίσης, με εναλλακτικά σενάρια και αντίστοιχους τρόπους αντίδρασης. Αυτά όλα απαιτούν τουλάχιστον εξάμηνη προετοιμασία.
Η σύναψη συμμαχιών, η προετοιμασία της διεθνούς και της ελληνικής κοινής γνώμης, η άψογη νομική και τεχνική υποστήριξη, η σημαντική αύξηση της στρατιωτικής ισχύος θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά γιά την περίπτωση θερμής τουρκικής αντίδρασης και θα αποθαρρύνουν επίδειξη δυνάμεως και τυχοδιωκτικές ενέργειες από την τουρκική πλευρά.
Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, θεωρώ την άμεση ανακήρυξη ΑΟΖ από μία ελληνική κυβέρνηση άωρη και ανεύθυνη ενέργεια, που θα επιφέρει αποτελέσματα αντίθετα από τα προσδοκώμενα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου